Ραγδαία η αύξηση των ενοικίων την τελευταία διετία – Ανάλυση του Θεμιστοκλή – Ανδρέα Μπάκα Προέδρου της E-Real Estates στο ERT.GR
Tο 2019 εκτιμάται ότι η αγορά «έτρεξε» με ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξεως του 10% — Η μικρή διαθεσιμότητα ακινήτων διατηρεί υψηλές τις ζητούμενες τιμές
του Θεμιστοκλή – Ανδρέα Μπάκα
Προέδρου Πανελλαδικού Δικτύου Κτηματομεσιτών E-Real Estates
Oι ζητούμενες τιμές μίσθωσης διαμερισμάτων από 70τμ έως 110τμ κατάλληλα για οικογένειες παραμένουν κυρίως σταθερές, είτε με ελαφρές μειώσεις – αυξήσεις στην κατώτερη ή/και ανώτερη ζητούμενη τιμή μίσθωσης.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που καταγράφεται τη φετινή χρονιά είναι η πολύ μικρή διαθεσιμότητα ακινήτων προς μίσθωση, ιδίως για ακίνητα έως 15 ετών, δηλαδή ακίνητα κατασκευής μετά το 2005.
Τα ακίνητα μεγαλύτερης ηλικίας άνω των 15 ετών είναι κυρίως ακίνητα κατασκευής από το 1975 έως το 1990, σε μεγάλο ποσοστό μερικώς ή/και ολικώς ανακαινισμένα, που σε πολλές περιπτώσεις, λόγω της έλλειψης διαθέσιμων ακινήτων, οι ζητούμενες τιμές μίσθωσης αγγίζουν τις ζητούμενες τιμές διαμερισμάτων έως 15 ετών. Πιέσεις των ζητούμενων τιμών μίσθωσης καταγράφεται κυρίως στα παλαιά ακίνητα άνω των 30 ετών, μη ανακαινισμένα διαμερίσματα που δεν κατάφεραν να μισθωθούν το προηγούμενο διάστημα.
Η μικρή διαθεσιμότητα ακινήτων ακόμη και μεγαλύτερης ηλικίας άνω των 15 ετών, έγκειται στο ότι τα περισσότερα διαμερίσματα έχουν νοικιαστεί τα προηγούμενα χρόνια και τα διαθέσιμα ακίνητα σήμερα είναι κυρίως ακίνητα που είτε οι ιδιοκτήτες είχαν στοχεύσει στη βραχυχρόνια μίσθωση, είτε το ακίνητο ξενοικιάστηκε και οι ιδιοκτήτες για να αυξήσουν το ζητούμενο μίσθωμα και ταυτόχρονα να συντηρήσουν τη περιουσία τους προέβησαν σε ανακαίνιση, είτε με ιδία κεφάλαια που σήμερα μέσω της ζητούμενης τιμής μίσθωσης ευελπιστούν στην απόδοσή τους, είτε μέσω προγραμμάτων «εξοικονομώ».
Μικρή διαθεσιμότητα καταγράφεται και σε ακίνητα έως 15 ετών, κυρίως λόγω της ανύπαρκτης οικοδομικής δραστηριότητας τα χρόνια των μνημονίων και ταυτόχρονα του γεγονότος ότι οι κατασκευαστές νεόδμητων διαμερισμάτων στοχεύουν στην πώληση του ακινήτου και όχι στην ενοικίαση του.
Παράλληλα, ακόμη και τα ακίνητα άνω των 15 ετών που τα προηγούμενα χρόνια είχαν μείνει στα αζήτητα και δεν είχαν νοικιαστεί, πλέον, είτε μισθώθηκαν τα τελευταία χρόνια της μεγάλης ζήτησης και οι ενοικιαστές ανανεώνουν τη μισθωτική σύμβαση, είτε με την επανεκκίνηση της κτηματαγοράς πουλήθηκαν.
Γιατί αυξάνονται τα ενοίκια
Η μεγάλη αύξηση των ενοικίων οφείλεται κυρίως στην συσσώρευση πολλών ετών τόσο της υποαπόδοσης των κατοικιών, που οδήγησε πολλούς ιδιοκτήτες στην απότομη αύξηση των ζητούμενων ενοικίων προκειμένου να περιορίσουν τις ζημίες των χρόνων της οικονομικής κρίσης, αλλά και στη μη δυνατότητα των ενδιαφερομένων να προβούν στην αγορά ακινήτου για τη κάλυψη της στεγαστικής τους ανάγκης.
Μην ξεχνάμε ότι από το 2009 και έπειτα οι τράπεζες έπαψαν να χρηματοδοτούν την αγορά κατοικιών (400 εκατ. ευρώ νέα στεγαστικά δάνεια το 10μηνο του 2019, όταν το 2005 οι εκδόσεις στεγαστικών δανείων ήταν 17δις ευρώ) με αποτέλεσμα να σταματήσει κάθε οικοδομική δραστηριότητα, ενώ η ζήτηση παρέμενε σταθερή. Κάθε χρόνο 15.000 έως 20.000 οικογένειες αναζητούν κατοικία. Ορισμένοι από αυτούς προ κρίσης επέλεγαν την αγορά ακινήτου. Άρα, μέσα σε 10 χρόνια η ζήτηση για ενοικίαση κατοικιών άγγιξε τις 100.000 – 150.000 κατοικίες, σε μια περίοδο που η οικοδομική δραστηριότητα και η ανέγερση νέων πολυκατοικιών ήταν ανύπαρκτη, ενώ παράλληλα την ίδια χρονική περίοδο η βραχυχρόνια μίσθωση κέρδιζε συνεχώς έδαφος.
Η άμεση ανάγκη για στέγαση, η συσσωρευμένη ζήτηση, η μη ύπαρξη νέων οικοδομών και ταυτόχρονα η μη χορήγηση νέων στεγαστικών δανείων από τα τραπεζικά ιδρύματα (που πλέον ζητούν το 25% -30% ιδία συμμετοχή από τον δανειολήπτη στην αγορά του ακινήτου), σε συνάρτηση με τους σημερινούς μισθούς και αύξηση των εξόδων για τον οικογενειακό προϋπολογισμό με έμμεσους ή/και άμεσους φόρους μέσα στην δεκαετία, οδήγησαν στη σημερινή εικόνα της κτηματαγοράς όσο αφορά τις μισθώσεις.
Γενικότερα, το πρόβλημα της στέγασης είτε για διαμερίσματα μεγαλύτερης επιφάνειας 70τμ -110 τμ , είτε μικρότερης έως 60τμ, θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα τα επόμενα χρόνια, αν δεν υπάρξουν άμεσα φορολογικά κίνητρα για τους ιδιοκτήτες, που ουσιαστικά θα αποτρέπουν την αυξητική τάση των ζητούμενων μισθωμάτων των διαθέσιμων προς μίσθωση ακινήτων.
Η ζήτηση για ενοικίαση είναι καθημερινά αυξανόμενη, με τους ενδιαφερόμενους να προβαίνουν σε πολύ καλή αναζήτηση κατοικίας στοχεύοντας στην ευκαιρία, είτε στον ιδιοκτήτη που θα διαπραγματευτεί το ζητούμενο μηνιαίο μίσθωμα όταν οι ενδιαφερόμενοι ενοικιαστές είναι φερέγγυοι και δεν κινδυνεύει να χάσει ενοίκια.
Μην ξεχνάμε ότι τους τελευταίους 12-18 μήνες, το διάστημα που καταγράφηκε ραγδαία αύξηση των ζητούμενων μισθωμάτων, αυξήθηκαν και τα «φέσια» στα ενοίκια.
Το κόστος μίσθωσης σε σχέση με τα εισοδήματα
Το 2016 στην Ευρωπαϊκή Ένωση το ποσοστό επιβάρυνσης του κόστους στέγασης για τους ενοικιαστές που πλήρωναν ενοίκιο στην αγοραία τιμή ήταν υψηλότερο στην Ελλάδα: το 84,6% από τους ενοικιαστές δαπανούσαν περισσότερο από το 40% του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ ήταν 28,0%. Σήμερα, σε πολλές περιπτώσεις οι ενοικιαστές δαπανούν ακόμη και έναν ολόκληρο μισθό για στέγαση.
Οι αυξήσεις των ενοικίων από το 2018
Το 2018 το μέσο ενοίκιο στην περιοχή της Αττικής αυξήθηκε κατά 7%, ενώ το 2019 εκτιμάται ότι η αγορά «έτρεξε» με ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξεως του 10%. Μάλιστα, όσο αφορά το κέντρο της Αθήνας, όπου καταγράφονται και οι μεγαλύτερες αυξήσεις, οι τιμές ενοικίασης έχουν αυξηθεί κατά 20%-30% κατά μέσο όρο την τελευταία διετία, ενώ στις περιοχές εκτός του κέντρου η αντίστοιχη άνοδος εκτιμάται ότι κινήθηκε πέριξ του 10%-15%.
Η ΓΝΩΜΗ ΣΟΥ ΜΕΤΡΑΕΙ